
Βιολογια φυτων
2014-02-16 14:34Καλλιέργεια κηπευτικών
Η σπόρα λαχανικών από σπόρους είναι μια εύκολη δουλειά αρκεί να ακολουθήσουμε σωστά κάποιους γενικούς κανόνες. Το χώμα φύτευσης πρέπει να είναι ελαφρύ, καλά δουλεμένο καθαρισμενο από άλλους σπόρους, αν δεν χρησιμοποιήσουμε έτοιμο φυτόχωμα που είναι η καλύτερη λύση. Επίσης πρέπει να στραγγίζεται καλά για να μην κραταεί υγρασία και σαπίσουν οι σπόροι μας. Ο γενικός κανόνας στο βάθος φύτευσης είναι περίπου τρεις φορές το μέγεθος του σπόρου, δηλαδή άλλο βάθος θα φυτεύουμε τις ντομάτες μας που είναι πολύ μικρός ο σπόρος και άλλο τα καλαμπόκια ή τον αρακά που είναι μεγαλύτερος ο σπόρος τους. Το φως όπως η υγρασία και η θερμοκρασία είναι τα απαραίτητα για το φύτρωμα των σπόρων.
Η εποχή σποράς, φύτευσης λαχανικών παιζει βασικο ρολο, γιατί το μικροκλίμα κάθε περιοχής είναι διαφορετικό, άλλο δηλαδή για τη βόρειο και άλλο για την νότιο Ελλάδα. Οι σπόροι βλαστάνουν και έξω από τις συγκεκριμένες θερμοκρασίες ,αλλά υπολογίστε μεγαλύτερο χρόνο βλάστησης στις χαμηλότερες και μικρότερο χρόνο βλάστησης στις μεγαλύτερες θερμοκρασίες.
Βιολογία κυριότερων κηπευτικών
Μαρουλι
Το μαρουλι είναι ετήσιο, ποώδες φυτό γρήγορης ανάπτυξης της οικογένειας Σύνθετα . Καλλιεργείται από τους Ρωμαϊκούς χρόνους και η προέλευση του είναι η Ασία.
Βοτανικές ποικιλίες: Υπάρχουν πάρα πολλές ποικιλίες μαρουλιού που μπορούν να διακριθούν σε 4 βοτανικές ποικιλίες.
Ο φυλλώδης τύπος: , στον οποίο τα φύλλα σχηματίζονται σαν ρόδα και δεν έχουν κεφαλή. Φύονται κατά δεκάδες και ανανεώνονται όταν τα πρώτα φύλλα κοπούν. Είναι κατσαρά ή μοιάζουν με της βελανιδιάς. Το χρώμα τους είναι πράσινο , ανοιχτό πράσινο ή και κόκκινο. Στον τύπο αυτό ανήκουν οι ποικιλίες σαλάτες Νεαπόλεως, αντιδομάρουλα και τα κοινά μαρούλια.
Ο κεφαλωτός τύπος, με παχιά, μαλακά φύλλα που σχηματίζουν μία συμπαγή κεφαλή. Οι ποικιλίες εδώ είναι τα κόκκινα κλειστά μαρούλια,Μπατάβια, Σαλαμάνδρα, Νιού Γιορκ Ιμπέριαλ και άλλες.
Ο τύπος μαρουλιού-σπαραγγιού με στενά φύλλα και παχύ σαρκώδη βλαστό. Οι ποικιλίες αυτού του τύπου καλλιεργούνται στην Ασία κυρίως για τους βλαστούς τους.
Κουνουπίδι
Το κουνουπίδι είναι φυτό ποώδες, μονοετές ή διετές και ανήκει στην οικογένεια των σταυρανθών και στο γένος Βράσσικα. Κατάγεται από τις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου ενώ αναφορές υπάρχουν και στην Αρχαία Ελλάδα και Αίγυπτο.
Λάχανο
Τα φύλλα του βρίσκονται το ένα πάνω στο άλλο με στήριγμα ένα σαρκώδες στέλεχος που αποτελεί το κύριο άξονα του λάχανου.
Τη δεύτερη Άνοιξη βγαίνει στη μέση ένα σκληρό στέλεχος που φέρει μικρά άνθη.
Η αναπαραγωγή γίνεται με σπόρο είτε απευθείας σε χωράφι είτε σε φυτώρια ή σπορεία. Όταν το φυτάριο αποκτήσει 5-6 φύλλα τότε γίνεται μεταφύτευση και στη συνέχεια άρδευση.Οι απαιτήσεις του λάχανου σε νερό είναι μεγάλες.
Πρέπει να ποτίζεται τακτικά αλλά κανονικά γιατί μεγάλες ποσότητες νερού πιθανόν να προκαλέσουν μεγάλη επέκταση των ριζών και εξασθένιση του φυτού.
Η γνωστή λαχανοσαλάτα έχει προέλευση από την Ολλανδία. Η λαχανόσουπα είναι ευρέως διαδεδομένη σε πολλές χώρες, οι λαχανοντολμάδες είναι παραδοσιακό Ελληνικό πιάτο και μία λαχανόσουπα με μανιτάρια τρώγεται παραδοσιακά στη Πολωνία την παραμονή της πρωτοχρονιάς και την Ανάσταση.
Το λάχανο είναι πλούσιο σε βιταμίνη C και ανόργανα στοιχεία άκρως απαραίτητα για τη σωστή λειτουργία του πεπτικού συστήματος .Έχουν αναπτυχθεί πολλές ποικιλίες λάχανου που χαρακτηρίζονται από την εποχή, τη πρωιμότητα (πρώιμες ή όψιμες), το σχήμα (κωνική, σφαιρική), το βάρος (από μισό έως 6 κιλά), το χρώμα (λευκό ή μώβ) και την υφή της κεφαλής (σκληρή ή μαλακή).Στην Ελλάδα καλλιεργούνται κυρίως άσπρες φθινοπωρινές ποικιλίες όπως Γιαννιώτικα, Αλσατίας, Πρώιμα Νάντης, άσπρα Σαβοΐας και άλλες.Η έκταση καλλιέργειας φτάνει τα 8000 στρέμματα περίπου με παραγωγή γύρω στους 130.000 τόνους.
Μελιτζανα
Ο καρπός της, η μελιτζάνα, έχει σχήμα ωοειδές, κυλινδρικό η σφαιρικό που ποικίλει στο μέγεθος ανάλογα με τη ποικιλία. Το χρώμα των καρπών είναι μοβ, βαθύ μοβ, μοβ με άσπρες γραμμές, αλλά ακόμα και βαθύ γαλάζιο, κόκκινο ή και κιτρινωπό σε διάφορες ποικιλίες.
Η σάρκα του καρπού είναι σπογγώδης και περιέχει πολλά σπόρια.
Η μελιτζάνα καλλιεργείται σαν ετήσιο φυτό και απαιτεί θερμό κλίμα για να αναπτυχθεί. Χρειάζεται λίπανση με κοπριά και διάφορα μικτά λιπάσματα. γιατί είναι γενικά απαιτητικό φυτό. Καλλιεργείται στην ύπαιθρο και σε θερμοκήπια.
Ο πολλαπλασιασμός γίνεται με σπορά. Όταν τα μικρά φυτάρια φτάσουν σε ύψος τα 10 εκατοστά μεταφυτεύονται στο χωράφι. Για να συγκεντρωθούν σπόρια για τη σπορά μαζεύονται καλά ωριμασμένοι καρποί.
Στη συνέχεια οι καρποί γίνονται πολτός και περνούν από κόσκινο με νερό ώστε να αποχωριστούν τα σπόρια που ξεραίνονται σε σκιερό μέρος.
Κυριότερες ποικιλίες στην Ελλάδα είναι του Λαγκαδά με τους ωοειδείς και μακριούς καρπούς βάρους 150 περίπου γραμμαρίων χρώματος σκούρου μοβ, η τσακώνικη μελιτζάνα Λεωνιδίου (Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης από το 1996), με μακριούς καρπούς 120-150 γραμμαρίων μοβ χρώματος, και Σύρου, μία πρώιμη ποικιλία με τους μεγαλύτερους καρπούς που φτάνουν και τα 300 γραμμάρια. Είναι χοντροί και στρογγυλοί ή σχήματος αχλαδιού και το χρώμα τους είναι σκούρο μοβ.Η χώρα με την μεγαλύτερη παραγωγή παγκοσμίως είναι η Κίνα, δεύτερη η Ινδία και τρίτη η Τουρκία. Στην Ευρώπη, πρώτη στην παραγωγή μελιτζάνας βρίσκεται η Ιταλία και ακολουθούν η Ισπανία και η Ελλάδα. Στην Κρήτη καλλιεργείται το 50% της εγχώριας παραγωγής.
Ο κλασικός Ελληνικός μουσακάς και τα παπουτσάκια, η Ιταλική μελιτζάνα με παρμεζάνα και το Τούρκικο Ιμάμ Μπαϊλντί είναι από τα πιο γνωστά. Γίνεται επίσης ψητή, τηγανιτή, βραστή, σαλάτα και στο ξύδι (τουρσί).
Τομάτα
Η τομάτα, αλλιώς και ντομάτα, είναι ένα φυτό της οικογένειας των Στρυχνοειδών , ιθαγενές της Κεντρικής και Νοτίου Αμερικής, από το Μεξικό μέχρι το Περού. Ζει μόνο μερικά χρόνια και συνήθως καλλιεργείται ως μονοετές φυτό. Τυπικά φτάνει τα 1-3 μ. ύψος, αλλά δεν έχει αρκετά ανθεκτικό βλαστό και στηρίζεται σε άλλα φυτά. Τα φύλλα έχουν μήκος 10-25 εκ. και είναι σύνθετα, αποτελούμενα από 5-9 μικρότερα φύλλα το καθένα μέχρι και 8 εκ. μακρύ με πριονοειδή περιφέρεια. Τόσο ο βλαστός του φυτού όσο και τα φύλλα φέρουν τρίχωμα. Τα λουλούδια έχουν διάμετρο 1-2 εκ., είναι κίτρινα με πέντε μυτερούς λοβούς και μεγαλώνουν σε ομάδες αποτελούμενες από 3-12. Το φυτό κάποτε λέγεται και τοματιά / ντοματιά.
Πατατα

Η πατάτα, γνωστή και ώς "γεώμηλο", είναι φυτό που ανήκει στην οικογένεια των (Solanaceae). Καλλιεργείται για τους εδώδιμους κόνδυλούς της οι οποίοι είναι πλούσιοι σε άμυλο και αποτελούν τροφή μεγάλης θρεπτικής αξίας. Είναι φυτό ιθαγενές των υψιπέδων του Mεξικού, του Περού, της Xιλής και της Kολομβίας, περιοχές όπου ζούσαν Ινδιάνοι, Ίνκας, Aζτέκοι. Μεταφέρθηκε απο την Νότιο Αμερική στην Ισπανία απο Ισπανούς εξερευνητές και γρήγορα επεκτάθηκε σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Στην Ελλάδα την έφερε ο Ιωάννης Καποδίστριας. Στην αρχή καλλιεργήθηκε σε περιορισμένη κλίμακα, πειραματικά, στην περιοχή της Tίρυνθας.
Είναι ευρύτατα διαδεδομένη στην Ελλάδα και τρώγεται ως βασικό τρόφιμο. Στην Ελλάδα την έφερε ο Ιωάννης Καποδίστριας. Στην αρχή καλλιεργήθηκε σε περιορισμένη κλίμακα, πειραματικά, στην περιοχή της Tίρυνθας. Λέγεται μάλιστα ότι ο Ιωάννης Καποδίστριας λόγω της επιφυλακτικότητας των Ελλήνων προς το νέο τρόφιμο τις κλείδωνε σε αποθήκες τίς οποίες εσκεμμένα άφηνε αφύλακτες την νύχτα, ώστε να μπορεί ο λαός να τις κλέψει νομίζοντάς ότι είναι πολύτιμες.
Επειδή η παραγγελθείσα ποσότητα από Λίβερπουλ αργούσε να φτάσει, η καλλιέργεια ξεκίνησε στην περιοχή της Αίγινας με πατάτες από την Κέρκυρα και τη Σύρο. Την πρώτη εβδομάδα των εργασιών, μεταξύ 23 και 29 Ιανουαρίου 1828, απασχολήθηκαν στην φύτευση 500-600 εργάτες και την αμέσως επόμενη εβδομάδα απασχολούνταν 1200 έως 1500 εργάτες. Η «Γενική Εφημερίδα της Ελλάδος», την 15-2-1828 γράφει ότι αυξάνει η φύτευση πατάτας η οποία «ήνοιξεν εις τους πτωχούς βέβαιον και φιλάνθρωπον καταφύγιον της αθλιότητος και της δυστυχίας των». Στις πρώτες εργασίες για την προώθηση της νέας καλλιέργειας βοήθησε ο ιρλανδός Στήβενσον ο οποίος ζούσε στην Ελλάδα και φαίνεται ότι είχε γεωπονικές γνώσεις τις οποίες εθελοντικά έθεσε στη διάθεση του κυβερνήτη. Την 2-6-1828 έφτασε από την Αλεξάνδρεια στην Αίγινα πλοίο με πατάτες οι οποίες μοιράστηκαν στον φτωχό λαό διότι είχε περάσει η εποχή της σποράς.
Τα πρώτα φυτά πατάτας φύτρωσαν αρχές Μαίου στην Αίγινα και στον Πόρο και με χαρά ο Καποδίστριας (που παρακολουθούσε στενά το όλο εγχείρημα) το ανακοίνωσε στον Στήβενσον. Αργότερα μέσα στο 1828 συγκομίζονται οι πρώτες πειραματικές εσοδείες και σε διάφορα άλλα μέρη της Ελλάδας όπως στη Μεσσηνία και την Αργολίδα. Μετά την αναχώρηση του Στήβενσον από την Ελλάδα περί τον Ιούλιο του 1828 λόγω ασθενείας, την προώθηση της καλλιέργειας της πατάτας και άλλων φυτών ανέλαβε ο Κρατερός, ο οποίος είχε σπουδάσει στη γεωργική σχολή της Roville, την πρώτη γεωργική σχολή της Γαλλίας. Το 1829 ο Καποδίστριας ιδρύει στην Τίρυνθα το «Γεωργικό Σχολείο» με τη βοήθεια του Εϋνάρδου. Ο πρώτος διευθυντής αυτού, ο γεωπόνος Γρηγόριος Παλαιολόγος, ο οποίος είχε σπουδάσει σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, συνέχισε πιο συστηματικά την διάδοση της καλλιέργειας της πατάτας. Ο ίδιος το 1828 είχε εκδόσει στο Παρίσι βιβλίο περί πατάτας με δαπάνες της εκεί Φιλελληνικής Εταιρείας.
Πιπεριά
Η πιπεριά είναι αγγειόσπερμο, δικότυλο, ποώδες και θαμνώδες φυτό του γένους Καψικόν. Ανήκει στην τάξη Στρυχνώδη της οικογένειας Στρυχνοειδών. Η πιπεριά υπάρχει σε 50 περίπου είδη ανά τον κόσμο, άλλοτε με γλυκούς και άλλοτε με καυτερούς καρπούς.
Το φυτό έχει ύψος 50–75 εκατοστά, βλαστούς που στην αρχή είναι τρυφεροί και στη συνέχεια ξυλώδεις, φύλλα σχετικά μικρά, ανοιχτοπράσινα, άνθη λευκά που φύονται μεμονωμένα σε ομάδες των 2 ή 3. Ο καρπός της πιπεριάς είναι πολύσπερμος πράσινος ή κιτρινοπράσινος, που γίνεται κόκκινος ή κίτρινος όταν ωριμάσει. Το σχήμα του, ανάλογα με την ποικιλία, είναι κωνικό και μακρύ έως σφαιρικό ή τοματόμορφο.
Οι γλυκείς καρποί είναι μεγαλύτεροι από τους καυτερούς, αυλακωτοί και διογκωμένοι. Μαζεύονται 60–80 μέρες μετά από τη μεταφύτευση του φυταρίου από το φυτώριο και όταν έχουν ζωηρό πράσινο χρώμα, πριν ωριμάσουν.
Πλούσιοι σε βιταμίνη C και βιταμίνη Α, τρώγονται σε σαλάτες ή μαγειρεμένοι. Αποτελούν ένα από τα κύρια υλικά της Ελληνικής κουζίνας, καθώς χρησιμοποιούνται στη χωριάτικη σαλάτα, στα γεμιστά, αλλά και ως συμπλήρωμα σε σάλτσες κ.λ.π.
Οι καυτεροί καρποί χρησιμοποιούνται ψητοί ως ορεκτικό ή γίνονται σκόνη και χρησιμοποιούνται ως μπαχαρικό. Η καυστικότητα των καρπών οφείλεται σε μία ουσία, την καψαϊκίνη, ένα αλκαλοειδές που βρίσκεται στο εσωτερικό τους.
Χαρακτηρίζει σήμερα πολλές κουζίνες της Ανατολής, της Ινδίας, της Άπω Ανατολής και Λατινικής Αμερικής, ενώ είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στην Ισπανία και το Μεξικό. Στα θερμά κλίματα η καυτερή πιπεριά καταναλώνεται κατά κόρον, καθώς ερεθίζει ορισμένα κέντρα του υποθαλάμου, προκαλώντας εφίδρωση και μείωση της θερμοκρασίας του σώματος. Γνωστότερα από τα μπαχαρικά που παράγονται από την καυτερή πιπεριά είναι το τσίλι και το καγιέν, από ξηραμένους καρπούς των ποικιλιών Frutescens και Annum, και η καυτερή σάλτσα Ταμπάσκο. Η γλυκιά πάπρικα προέρχεται από μία ποικιλία με ιδιαίτερο άρωμα αλλά μη καυτερή.
Στην Ελλάδα η πιπεριά καλλιεργείται σε όλη σχεδόν τη χώρα σε λαχανόκηπους και θερμοκήπια. Είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στη Βόρεια Ελλάδα. Οι κυριότερες ποικιλίες είναι η πράσινη της Νέας Μαγνησίας με τους γλυκούς και σαρκώδεις καρπούς, Φλωρίνης με τους κόκκινους καρπούς γλυκούς ή καυτερούς, σχήματος κωνικού, μακριού, μετρίου μεγέθους που τρώγονται ψητές, γίνονται πάπρικα ή κονσερβοποιούνται, Τσούσκα με ελαφριά καυτερή γεύση και κιτρινοπράσινο χρώμα, κίτρινη Κουφαλίων, πιπερούδι, που γίνεται τουρσί και καλλιεργείται στις περιοχές της Θεσσαλονίκης, και άλλες. Η ξερή, τριμμένη κόκκινη πιπεριά σε ορισμένες περιοχές είναι γνωστή και σαν μπούκοβο.
Μπρόκολο
Ροκα
—————